Ο προσδιορισμός του σωματικού λίπους απαιτεί την χρήση ειδικών μηχανημάτων, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον προσδιορισμό του στην καθημερινή πράξη. Για αυτό η διεθνής επιστημονική κοινότητα για την εκτίμηση του βαθμού υπερβάλλοντος σωματικού βάρους (παχυσαρκίας) και τους κινδύνους που διατρέχει το κάθε άτομο, όρισε τον Δείκτη Μάζας Σώματος (B.M.I =Body Mass Index). Ο Δείκτης Μάζας Σώματος αποτελεί το πηλίκο που προκύπτει από τη διαίρεση του βάρους ενός ατόμου (σε kg) με το τετράγωνο του ύψους του (σε m2) (ΔΜΣ = Βάρος σε κιλά / (ύψος σε μέτρα2)

Προσδιορισμός υπέρβαρου παχυσαρκίας σε άνδρες και μη εγκυμονούσες γυναίκες ηλικίας 19-65 ετών με βάση τον Δείκτη Μάζας Σώματος (Π.Ο.Υ 2008)*

Ταξινόμηση

ΔΜΣ

Κίνδυνος για την υγεία βασισμένος στο ΔΜΣ

Λιποβαρές

Νευρική ανορεξία (ICD-10)

<17,5 Χαμηλός κίνδυνος θνησιμότητας αλλά αυξημένος κίνδυνος νοσηρότητας (π.χ καρκίνος, καρδιακές αρρυθμίες, κατάθλιψη, διάρροια)
Λιποβαρές

(Χρόνιος ενεργειακός –

πρωτεϊνικός υποσιτισμός)

< 18,5
Επιθυμητό (υγιές) σωματικό

βάρος

18,5-25

 

Ελάχιστος

 

Υπέρβαρο 25-30

 

Χαμηλός (Ο κίνδυνος σχετίζεται με την κατανομή του λίπους)
Παχυσαρκία –

Επίπεδο (βαθμός) Ι

30-35

 

Μέτριος
Παχυσαρκία –

Επίπεδο (βαθμός) ΙΙ

35-40

 

Υψηλός (Συνιστάται μείωση του βάρους)
Νοσηρή Παχυσαρκία –

Επίπεδο (βαθμός) ΙΙΙ

≥ 40

 

Πολύ υψηλός (Αυξάνεται στο διπλάσιο

ΔΜΣ Adapted from WHO 1995, WHO 2000 and WHO 2004

Νεαρά άτομα και μη εγκυμονούσες γυναίκες είναι καλό να βρίσκονται στα κατώτερα φυσιολογικά όρια ενώ άτομα μεγαλύτερης ηλικίας δεν έχουν κανένα πρόβλημα, τουλάχιστον σε συνάρτηση με το βάρος, αν έχουν Δέικτη Μάζας Σώματος έστω και 25. Όσο αυξάνει η ηλικία και ιδιαίτερα σε γυναίκες μετά τα 35 έτη, οι τιμές του δείκτη μεταξύ 23-27 θεωρούνται πλέον φυσιολογικές και αποδεκτές καθώς με την πάροδο του χρόνου αυξάνεται η φυσιολογική περιεκτικότητα σε λίπος του ανθρωπίνου σώματος. Η παχυσαρκία έχει κλινική σημασία για τιμές ΔΜΣ ≥ 30.

Body mass index: from Queteletto Evidence-based Medicine. BedogniG et al. pp.1-12, Nova Science Publishers

Θα πρέπει βέβαια να θυμόμαστε ότι υπερβολικό βάρος δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και υπερβάλλον σωματικό λίπος, ούτε μας δίνει πληροφορίες για την κατανομή του λίπους στο σώμα, γεγονός που έχει και την μεγαλύτερη κλινική σημασία. Η πραγματική παχυσαρκία έχει σχέση περισσότερο με το ποσοστό του σωματικού λίπους παρά με το σωματικό βάρος. Έτσι σε ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων πχ. Αθλητές, με μυϊκή υπερτροφία, σε ασθενείς, με παθολογική κατακράτηση υγρών και συνοδά οιδήματα, παρατηρείται αύξηση του βάρους όχι όμως λόγω αυξημένης συγκέντρωσης λίπους. Σε αυτές τις περιπτώσεις η χρήση του Δείκτη Μάζας Σώματος δεν αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο για την αξιολόγηση κλινικής παχυσαρκίας.

Stavropoulos-Kalinoglou et al.Ann Rheum Dis 2007;66:101316-1321
Nevill et al. J Sports Sci.2010 Jul;28(9):1009-16.