Ρόφημα αμυγδάλου. Να το πιώ ή όχι;

Ρόφημα αμυγδάλου. Να το πιώ ή όχι;

Comment Icon0 Comments
Reading Time Icon2 min read
Spread the love

Το ρόφημα αμυγδάλου αποτελεί ένα φυτικό εκχύλισμα που είναι πολύ δημοφιλές στις μέρες μας. Παράγεται από αλεσμένα αμύγδαλα τα οποία αναμειγνύονται με νερό, όπου στη συνέχεια το μείγμα τους σουρώνεται ώστε να αφαιρεθούν τα στερεά υπολείμματα.

Συνήθως, προστίθενται σε αυτό επιπλέον θρεπτικά συστατικά όπως το ασβέστιο, η ριβοφλαβίνη, η βιταμίνη Ε και η βιταμίνη D για να ενισχύσουν το θρεπτικό του περιεχόμενο. Είναι κατάλληλο για όσους δεν μπορούν να καταναλώσουν γάλα λόγω δυσανεξίας τους στην λακτόζη, καθώς και για όσους θέλουν να αποφύγουν τα γαλακτοκομικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των vegan.

Οφέλη για την υγεία από την κατανάλωση γάλακτος αμυγδάλου

Έχει λίγες θερμίδες

Το ρόφημα αμυγδάλου έχει λιγότερες  θερμίδες από το αγελαδινό γάλα. Μερικοί θα νόμιζαν το αντίθετο λόγω της περιεκτικότητας τους σε λιπαρά. Ωστόσο, λόγω του τρόπου παρασκευής του ροφήματος, μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα αμυγδάλων υπάρχει στο τελικό προϊόν. Ένα φλιτζάνι (240 ml) μη ζαχαρούχου ροφήματος αμυγδάλου περιέχει περίπου 30-50 θερμίδες. Είναι σημαντικό ότι οι γλυκές εμπορικές ποικιλίες του ροφήματος  μπορεί να είναι πολύ υψηλότερες σε θερμίδες, καθώς περιέχουν πρόσθετα σάκχαρα.

Χαμηλό σε σάκχαρα

Ένα φλιτζάνι (240ml) περιέχει μόλις 1-2 γραμμάρια υδατανθράκων, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι φυτικές ίνες. Ενώ, ένα φλιτζάνι (240ml) αγελαδινού γάλακτος περιέχει 13 γραμμάρια υδατανθράκων, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι σάκχαρα. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι πολλές εμπορικές ποικιλίες ροφήματος είναι αρωματισμένες με προστιθέμενα σάκχαρα. Αυτές οι ποικιλίες μπορεί να περιέχουν περίπου 5-17 γραμμάρια ζάχαρης ανά φλιτζάνι (240 ml). Επομένως, είναι σημαντικό να ελέγχουμε πάντα τον κατάλογο των συστατικών για τα πρόσθετα σάκχαρα.

Είναι υψηλής περιεκτικότητας σε βιταμίνη Ε

Τα αμύγδαλα είναι εκ φύσεως υψηλά σε βιταμίνη Ε, παρέχοντας το 37% της καθημερινής διατροφικής πρόσληψης σε βιταμίνη Ε, με κατανάλωση μόλις 28 γραμμαρίων. Ως εκ τούτου, το προϊόν είναι μια φυσική πηγή βιταμίνης Ε, αν και οι περισσότερες εμπορικές ποικιλίες προσθέτουν επιπλέον βιταμίνη Ε κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του. Ένα φλιτζάνι  αμυγδάλου (240 ml) παρέχει το 20-50% της καθημερινής διατροφικής πρόσληψης σε βιταμίνη Ε.

Η βιταμίνη Ε είναι ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό που καταπολεμά τις φλεγμονές στο σώμα μας. Βοηθά στην προστασία από τις καρδιακές παθήσεις και τον καρκίνο και μπορεί επίσης να έχει ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία των οστών και των ματιών. Επιπλέον, η βιταμίνη Ε έχει βρεθεί ότι ωφελεί σημαντικά την υγεία του εγκεφάλου. Μελέτες έχουν δείξει ότι βελτιώνει τις νοητικές επιδόσεις, καθώς και ότι μειώνει τον κίνδυνο της νόσου του Alzheimer και μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξή του.

Αποτελεί καλή πηγή ασβεστίου

Το γάλα και τα άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα αποτελούν βασικές πηγές ασβεστίου στη διατροφή πολλών ανθρώπων. Ένα φλιτζάνι (240 ml) πλήρους γάλακτος παρέχει το 28% της καθημερινής συνιστάμενης διατροφικής πρόσληψης. Αντιθέτως, 28gr αμυγδάλων περιέχουν μόνο μια μικρή ποσότητα ασβεστίου, μόλις 7% της καθημερινής συνιστάμενης διατροφικής πρόσληψης. Επειδή το ρόφημα αμυγδάλου χρησιμοποιείται συχνότερα ως αντικατάσταση του κανονικού γάλακτος, οι παρασκευαστές το εμπλουτίζουν με ασβέστιο για να εξασφαλίσουν ότι δεν θα λείψει από τους ανθρώπους.

Το ασβέστιο είναι ένα σημαντικό μέταλλο για την ανάπτυξη και την υγεία των οστών. Επίσης, βοηθά στη μείωση του κινδύνου καταγμάτων και οστεοπόρωσης. Επιπλέον, είναι απαραίτητο για την καλή λειτουργία της καρδιάς, των νεύρων και των μυών. Ένα φλιτζάνι γάλα αμυγδάλου (240 ml) παρέχει 20-45% της συνιστάμενης ημερήσιας διατροφικής πρόσληψης σε ασβέστιο. Εάν κάνετε γάλα αμυγδάλου στο σπίτι σας, μπορεί να χρειαστεί να βρείτε το ασβέστιο από άλλες πηγές για να το εντάξετε στη διατροφή σας, όπως τυρί, γιαούρτι, ψάρι, σπόρους, όσπρια και πράσινα φυλλώδη λαχανικά.

Είναι συχνά εμπλουτισμένο με βιταμίνη D

Η βιταμίνη D είναι μια σημαντική βιταμίνη, καθώς συνεισφέρει στην καλή λειτουργία της καρδιάς, στη υγεία των οστών και στην ανοσολογική λειτουργία. Το σώμα μας μπορεί να την παράγει όταν το δέρμα μας εκτίθεται στο φως του ηλίου. Ωστόσο, το 30-50% των ανθρώπων δεν παίρνουν αρκετή βιταμίνη D λόγω του χρώματος του δέρματος, του τρόπου ζωής, των πολλών ωρών εργασίας ή απλά επειδή ζουν σε περιοχές όπου υπάρχει περιορισμένο ηλιακό φως.

Η έλλειψη βιταμίνης D συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, καρδιακών παθήσεων, υψηλής αρτηριακής πίεσης, οστεοπόρωσης, μυϊκής αδυναμίας, προβλημάτων γονιμότητας, καθώς και  αυτοάνοσων και λοιμωδών νοσημάτων.

Πολύ λίγα τρόφιμα περιέχουν εκ φύσεως βιταμίνη D, γι’ αυτό τον λόγο οι παρασκευαστές ενισχύουν ορισμένα τρόφιμα με αυτή. Τα προϊόντα που συχνά εμπλουτίζονται με βιταμίνη D είναι το γάλα, οι χυμοί, τα δημητριακά, το τυρί, η μαργαρίνη και το γιαούρτι. Τα περισσότερα ροφήματα εμπλουτίζονται με βιταμίνη D2, επίσης γνωστή ως εργοκοκαλσιφερόλη ή καλσιφερόλη. Κατά μέσο όρο, 1 φλιτζάνι (240 ml) εμπλουτισμένου γάλακτος αμυγδάλου παρέχει το 25% της συνιστάμενης ημερήσιας πρόσληψης σε βιταμίνη D.

Δεν περιέχει λακτόζη

Η δυσανεξία στη λακτόζη εκδηλώνεται όταν δεν παράγεται στο λεπτό έντερο επαρκής ποσότητα λακτάσης. Όταν τα ένζυμα λακτάσης είναι χαμηλά ή απουσιάζουν, το σώμα δεν είναι σε θέση να διασπάσει τη λακτόζη σε απλά σάκχαρα που απορροφώνται στην κυκλοφορία του αίματος. Η μη επεξεργασμένη τροφή μετακινείται στο παχύ έντερο, όπου προκαλεί αέρια, φούσκωμα και διάρροια. Η δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί να είναι μια γενετική κατάσταση, το αποτέλεσμα μιας ασθένειας ή τραυματισμού ή απλά μέρος της διαδικασίας γήρανσης. Επειδή, το ρόφημα αμυγδάλου είναι εκ φύσεως ελεύθερο σε λακτόζη, είναι μια κατάλληλη εναλλακτική λύση για τα άτομα που έχουν δυσανεξία στη λακτόζη.

Είναι χαμηλό σε φώσφορο με μέτρια ποσότητα καλίου

Τα άτομα με χρόνια νεφρική νόσο συχνά αποφεύγουν το γάλα λόγω των υψηλών επιπέδων φωσφόρου και καλίου. Επειδή τα νεφρά τους δεν είναι σε θέση να καθαρίσουν σωστά αυτά τα θρεπτικά συστατικά, υπάρχει κίνδυνος να συγκεντρωθούν στο αίμα. Σε περίπτωση που υπάρξει μεγάλη συγκέντρωση φωσφόρου στο αίμα αυξάνεται ο κίνδυνος καρδιακών παθήσεων, υπερπαραθυρεοειδισμού και οστικής νόσου. Επίσης, το υπερβολικό κάλιο αυξάνει τον κίνδυνο ακανόνιστου καρδιακού ρυθμού, καρδιακής προσβολής και θανάτου.

Το αγελαδινό γάλα περιέχει 233mg φωσφόρου και 366mg καλίου ανά φλιτζάνι (240 ml), ενώ η ίδια ποσότητα γάλακτος αμυγδάλου περιέχει μόνο 20mg φωσφόρου και 160mg καλίου. Εάν έχετε νεφρική νόσο, οι ατομικές απαιτήσεις και τα όριά σας μπορεί να διαφέρουν, ανάλογα με το στάδιο της νόσου και τα τρέχοντα επίπεδα καλίου και φωσφόρου στο αίμα. Ωστόσο, το ρόφημα αμυγδάλου μπορεί να είναι μια κατάλληλη εναλλακτική λύση για τους ανθρώπους που προσπαθούν να μειώσουν την πρόσληψη καλίου και φωσφόρου λόγω της νεφρικής νόσου.

Συμπερασματικά, είναι μια νόστιμη, θρεπτική εναλλακτική λύση γάλακτος που έχει πολλά σημαντικά οφέλη για την υγεία. Είναι χαμηλό σε θερμίδες και σάκχαρα και υψηλό σε ασβέστιο, βιταμίνη Ε και βιταμίνη D. Επιπλέον, είναι κατάλληλο για άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη, για όσους έχουν αλλεργία στα γαλακτοκομικά προϊόντα, για όσους έχουν νεφρική νόσο, καθώς και για όσους αποφεύγουν τα γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως οι vegans.

ΠΗΓΕΣ

  • Al Mheid I., Patel RS., Tangpricha V., Quyyumi AA. (2013) Vitamin D and cardiovascular disease: is the evidence solid? 34(48):3691-8.
  • Ash S. et al. (2006) Evidence based practice guidelines for the nutritional management of chronic kidney disease.
  • Chin KY., Ima-Nirwana S. (2014) The effects of α-tocopherol on bone: a double-edged sword? 10;6(4):1424-41.
  • Dabrowski FA., Grzechocinska B., Wielgos M. (2015) The role of vitamin D in reproductive health–a Trojan Horse or the Golden Fleece? 29;7(6):4139-53.
  • Di Rienzo T. et al. (2013) Lactose intolerance: from diagnosis to correct management. 2:18-25.
  • Fata G., Weber P., Mohajeri M. H. (2014)  Effects of Vitamin E on Cognitive Performance during Ageing and in Alzheimer’s Disease. 6(12): 5453–5472.
  • Flynn A. (2003) The role of dietary calcium in bone health. 62(4):851-8.
  • Gupta L., Khandelwal D., Kalra S. (2017) Applied carbohydrate counting. 67(9):1456-1457.
  • Holden JM., Lemar LE., Exler J. (2008) Vitamin D in foods: development of the US Department of Agriculture database. 87(4):1092S-6S.
  • Holick MF., Chen TC. (2008) Vitamin D deficiency: a worldwide problem with health consequences. 87(4):1080S-6S.
  • Lau DC., Teoh H. (2013) Benefits of modest weight loss on the management of type 2 diabetes mellitus. 37(2):128-34.
  • Mäkinen OE., Wanhalinna V., Zannini E., Arendt EK. (2016) Foods for Special Dietary Needs: Non-dairy Plant-based Milk Substitutes and Fermented Dairy-type Products. 56(3):339-49.
  • Saremi A., Arora R. (2010) Vitamin E and cardiovascular disease. 17(3):e56-65.
  • Sethi S., Tyagi SK., Anurag RK. (2016) Plant-based milk alternatives an emerging segment of functional beverages: a review. 53(9):3408-3423.
  • Wada S. (2012) Cancer preventive effects of vitamin E. 13(1):156-64.
  • Winklhofer-Roob BM., Rock E., Ribalta J., Shmerling DH., Roob JM. (2003) Effects of vitamin E and carotenoid status on oxidative stress in health and disease. Evidence obtained from human intervention studies. 24(6):391-402.
  • https://soy.com.au/products/.
  • https://www.alpro.com/uk/products/drinks/almond-drinks/almond-original/.

Συντάκτης Άρθρου

Share this article

Related Posts