Το νάτριο, ως βασικό συστατικό του επιτραπέζιου αλατιού (NaCl), αποτελεί το κύριο κατιόν του εξωκυττάριου υγρού και είναι απαραίτητο για πλήθος λειτουργιών στον ανθρώπινο οργανισμό.
Οι βασικές του δράσεις συνοψίζονται ως εξής:
- Ρύθμιση οσμωτικής πίεσης και κατανομής υγρών: Συμβάλλει στη διατήρηση της ισορροπίας νερού μέσα και έξω από τα κύτταρα.
- Ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης: Μέσω της κατακράτησης νερού και της δράσης της αλδοστερόνης, το νάτριο συμβάλλει στην αύξηση ή μείωση του όγκου του αίματος και επομένως στην ρύθμιση της πίεσης.
- Συμμετοχή στη νευρομυϊκή λειτουργία: Απαραίτητο για τη μετάδοση νευρικών ώσεων και την ομαλή σύσπαση των μυών.
- Συμμετοχή σε μηχανισμούς ενεργής μεταφοράς Το νάτριο διευκολύνει την απορρόφηση γλυκόζης, αμινοξέων και άλλων ουσιών μέσω “co-transporters”, κυρίως στο έντερο και στα νεφρικά σωληνάρια.
Ωστόσο, παρά τον σημαντικό του ρόλο, η υπερβολική πρόσληψη επιτραπέζιου άλατος (χλωριούχου νατρίου) έχει ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση και την επιδείνωση της υπέρτασης, η οποία παραμένει βασική αιτία πρόωρης νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως.
Η αρτηριακή πίεση επηρεάζεται από πληθώρα παραγόντων, με τη διατροφή να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμισή της. Το επιτραπέζιο άλας, το οποίο είναι πλούσιο σε νάτριο, αποτελεί ένα συστατικό που καταναλώνεται καθημερινά, συχνά σε ποσότητες που υπερβαίνουν τις συνιστώμενες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά ημερήσια πρόσληψη άλατος μικρότερη των 5 gr, μία ποσότητα που αντιστοιχεί σε λιγότερο από 2000 mg Na.
Ωστόσο, στις αναπτυγμένες χώρες η κατανάλωση άλατος κυμαίνεται στα 9-12 gr/ ημέρα (3,5-5,5 gr. νατρίου) και έως το 80% αυτού προέρχεται από επεξεργασμένα τρόφιμα ή ροφήματα. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι πέρα από την αυξημένη πρόσληψη νατρίου υπάρχουν και άλλοι διατροφικοί παράγοντες που σχετίζονται άμεσα με την αρτηριακή υπέρταση. Ανάμεσα σε αυτούς ανήκουν η παχυσαρκία, η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ και κορεσμένων λιπαρών, η μειωμένη πρόσληψη καλίου και ασβεστίου αλλά και η μειωμένη σωματική δραστηριότητα.
Επιστημονικά Δεδομένα και Κλινικές Μελέτες
Πολλές επιδημιολογικές και κλινικές μελέτες έχουν τεκμηριώσει τη συσχέτιση μεταξύ περιορισμού της κατανάλωσης αλατιού και μείωσης των επιπέδων αρτηριακής πίεσης. Ταυτόχρονα, φαίνεται να υπάρχει και μια δοσοεξαρτώμενη σχέση, δηλαδή όσο περισσότερη είναι η μείωση στην ημερήσια πρόσληψη αλατιού τόσο μεγαλύτερη φαίνεται να είναι και η επίδραση στα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης.
Σύμφωνα με μία πολύ πρόσφατη μετανάλυση, η μείωση της πρόσληψης αλατιού οδηγεί σε σημαντική μείωση της αρτηριακής πίεσης, ακόμα και σε άτομα που λαμβάνουν αντιυπερτασική φαρμακευτική αγωγή. Τα ευεργετικά αποτελέσματα είναι εμφανή ανεξαρτήτως ηλικίας, αρχικών επιπέδων νατρίου ή πίεσης. Μάλιστα, η επίδραση στα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης φάνηκε ακόμα ισχυρότερη όταν η μείωση του αλατιού συνδυαζόταν με συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων, όπως οι β-αναστολείς και οι αναστολείς του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης. Συνεπώς, η μείωση του αλατιού αποτελεί αποτελεσματική και συμπληρωματική στρατηγική στη διαχείριση της υπέρτασης.
Συμπεράσματα
Η κατανάλωση επιτραπέζιου άλατος αποτελεί έναν τροποποιήσιμο διατροφικό παράγοντα με άμεση επίδραση στην αρτηριακή πίεση. Η μείωση της ημερήσιας πρόσληψης νατρίου μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της αρτηριακής πίεσης. Η προώθηση διατροφικών στρατηγικών που περιλαμβάνουν περιορισμό του άλατος μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην πρόληψη και αντιμετώπιση της υπέρτασης, ακόμα και σε άτομα που λαμβάνουν αντιυπερτασική αγωγή. Ιδιαίτερα βοηθητική στη μείωση της ημερήσιας πρόσληψης αλατιού μπορεί να φανεί και η χρήση υποκατάστατων χλωριούχου καλίου, τα οποία είναι προϊόντα με πολύ χαμηλότερη περιεκτικότητα σε νάτριο σε σχέση με το σύνηθες αλάτι που κυκλοφορεί στο εμπόριο. Σύμφωνα με τις πρόσφατες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης (ESH Guidelines), σε ενήλικες με υπέρταση που καταναλώνουν δίαιτα υψηλή σε νάτριο (όπως συμβαίνει στους περισσότερους Ευρωπαίους), συνιστάται η χρήση υποκατάστατων άλατος που αντικαθιστούν μέρος του NaCl με KCl, προκειμένου να μειωθεί η αρτηριακή πίεση και ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου.
Βιβλιογραφία
https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/14610100/
https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/39236753/
https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/10645931/
https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/17556881/
https://www.who.int/publications/i/item/9789241504836
https://hypertasi.gr/images/news/2023-ESH-Guidelines-for-the-management-of-arterial-271.pdf