Καρδιαγγειακή νόσος και διατροφή

Καρδιαγγειακή νόσος και διατροφή

Comment Icon0 Comments
Reading Time Icon1 min read
Spread the love

Η καρδιαγγειακή νόσος περιλαμβάνει τη στεφανιαία καρδιακή νόσο (CHD), η οποία αναφέρεται και ως στεφανιαία αρτηριακή νόσος, την εγκεφαλοαγγειακή νόσο και την περιφερική αρτηριακή νόσο. Η κακή διατροφή συμβάλει  περισσότερο στην εμφάνιση της στεφανιαίας καρδιακής νόσου.

Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία φάνηκε ότι οι διατροφικές αλλαγές μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης της. Επιπλέον, οι διατροφικοί παράγοντες συμβάλουν σημαντικά στην αιτιολογία των καρδιαγγειακών διαταραχών όπως είναι η αθηροσκλήρωση, η υπέρταση και η καρδιακή ανεπάρκεια. Γι’ αυτόν τον λόγο φαίνεται ότι η δίαιτα βοηθά σημαντικά  στην αντιμετώπισή τους.

Διατροφική αντιμετώπιση

Τα άτομα με υψηλές τιμές LDL (κακής χοληστερόλης), ανάλογα με την παρουσία παραγόντων κινδύνου και την ύπαρξη στεφανιαίας νόσου, συνίσταται να ακολουθήσουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής. Με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η καταπολέμηση των καρδιακών παθήσεων, με εξαίρεση τους στεφανιαίους ασθενείς, όπου η φαρμακευτική αγωγή θεωρείται αναγκαία. Πιο συγκεκριμένα συνίσταται η διακοπή του καπνίσματος και η μείωση του σωματικού τους βάρους (ΔΜΣ: <25kg/).

Καθοριστικό ρόλο σε αυτές τις αλλαγές παίζουν η αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και η υιοθέτηση ενός υγιεινού διαιτητικού προτύπου. Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται ο καρδιαγγειακός κίνδυνος με πολλούς μηχανισμούς όπως είναι η μείωση της LDL (κακής χοληστερόλης) και η αύξηση της HDL (καλής χοληστερόλης). Έτσι για την καρδιοπροστασία μέσω της αύξησης των τιμών της HDL χοληστερόλης είναι απαραίτητα:

  • η διακοπή του καπνίσματος,
  • η αύξηση της φυσικής δραστηριότητας,
  • η κατανάλωση μέτριας ποσότητας αλκοόλ
  • η υγιεινή διατροφή και
  • η φαρμακευτική αγωγή

ΤΙ ΜΑΣ ΛΕΝΕ ΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ;

Δημητριακά ολικής άλεσης και καρδιαγγειακά νοσήματα: σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα η υψηλή κατανάλωση δημητριακών ολικής άλεσης συγκριτικά με τη χαμηλή συμβάλει στη μειωμένη πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Φυτικές ίνες και καρδιαγγειακά νοσήματα: σύμφωνα με την πλειονότητα των ερευνητικών δεδομένων η κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε φυτικές ίνες μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων (WHO, 2003). Επιπλέον, σημαντικό ρόλο παίζει η πηγή προέλευσης των φυτικών ινών, καθώς ειδικά οι φυτικές ίνες που προέρχονται από τα δημητριακά και τα φρούτα έδειξε ότι παρουσιάζουν προστατευτικό ρόλο στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Γλυκαιμικός Δείκτης (ΓΔ)/Γλυκαιμικό Φορτίο (ΓΦ) και καρδιαγγειακά νοσήματα: τα τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη και φορτίο σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα  φάνηκε ότι αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Γενικά, τα επεξεργασμένα προϊόντα σίτου και οι πατάτες έχουν υψηλό γλυκαιμικό δείκτη (ΓΔ), τα όσπρια και τα ακατέργαστα προϊόντα σίτου μέτριο ΓΔ και τα μη αμυλούχα λαχανικά (μπρόκολο, χόρτα) χαμηλό ΓΔ.

Λαχανικά, φρούτα και καρδιαγγειακά νοσήματα: παρατηρείται γενική ευρεία συμφωνία των ερευνητικών δεδομένων,  ότι με την υψηλότερη κατανάλωση λαχανικών και φρούτων συγκριτικά με τη χαμηλότερη κατανάλωση ελαττώνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Γάλα, γαλακτοκομικά προϊόντα και καρδιαγγειακά νοσήματα: με συμφωνία της πλειονότητας των ερευνητικών δεδομένων η κατανάλωση γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων μειώνει την επίπτωση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η πρόσληψη γάλακτος σχετίζεται με μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων συνολικά (ανά 200 ml την ημέρα).

Επεξεργασμένο κρέας και καρδιαγγειακά νοσήματα: σύμφωνα με γενική ευρεία συμφωνία επιστημονικών δεδομένων και μεγάλων οργανισμών (WCRF, WHO, USDA, NHMRC κ.ά.) η κατανάλωση επεξεργασμένου κρέατος επιβαρύνει την υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος.

Αυγά και καρδιαγγειακά νοσήματα: η πλειονότητα των επιστημονικών δεδομένων συμφωνεί ότι η κατανάλωση ενός αυγού την ημέρα δεν φαίνεται να είναι επιβαρυντική για την καρδιαγγειακή υγεία.

Ψάρια και καρδιαγγειακά νοσήματα: γενική ευρεία συμφωνία επιστημονικών δεδομένων και μεγάλων οργανισμών συγκλίνει ότι με την κατανάλωση ψαριών σημειώνονται ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος και κυρίως σε σχέση με τη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα.

Αντικατάσταση κορεσμένων από πολυακόρεστα λιπαρά οξέα και καρδιαγγειακά νοσήματα: σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα η αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών οξέων (π.χ πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα, λίπος του κρέατος, αυγό, κρέμα γάλακτος, βούτυρο και ορισμένες φυτικές τροφές, όπως η καρύδα), από πολυακόρεστα (ω3 και ω6 λιπαρά οξέα όπως: ξηροί καρποί και φυτικά σπορέλαια αντίστοιχα) συμβάλει ευεργετικά στην υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος.

Υδρογονωμένα λιπαρά οξέα (trans λιπαρά οξέα) και καρδιαγγειακά νοσήματα: παρατηρείται γενική ευρεία συμφωνία των επιστημονικών δεδομένων και μεγάλων οργανισμών ότι τα trans- λιπαρά οξέα (π.χ πατάτες τηγανιτές, πατατάκια, αρτοσευάσματα τύπου κρουασάν) επιβαρύνουν ιδιαίτερα την υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος.

Ελαιόλαδο, ξηροί καρποί και καρδιαγγειακά νοσήματα: σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα το ελαιόλαδο και οι ξηροί καρποί συμβάλουν ευεργετικά στην υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος.

Αλάτι και καρδιαγγειακά νοσήματα: επιστημονικά δεδομένα έδειξαν ότι το νάτριο έχει  επιβαρυντική δράση στη θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο.

Καφές και καρδιαγγειακά νοσήματα: η πλειονότητα των επιστημονικών δεδομένων συμφωνεί ότι δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης καφέ και της εμφάνισης στεφανιαίας νόσου.

Οινόπνευμα και καρδιαγγειακά νοσήματα: σύμφωνα με την πλειονότητα των επιστημονικών δεδομένων φάνηκε ότι η χαμηλή έως μέτρια κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών συμβάλει ευεργετικά στην πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων και ιδιαίτερα της στεφανιαίας νόσου.  Αντίθετα, η υψηλή πρόσληψη οινοπνευματωδών και η επεισοδιακή τους υπερκατανάλωση (binge srinking) έχουν συσχετιστεί με αύξηση το κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου.

Συμπερασματικά, η διατροφή μας θα πρέπει να βασίζεται όχι σε ό,τι αγαπάει η καρδιά μας, αλλά σε ό,τι αγαπάει την καρδιά μας!

ΠΗΓΕΣ:

  1. Μάνιος, Γιάννης (2006). Διατροφική Αξιολόγηση.
  2. Gibney, M., Elia, M., Ljungqvist, O., Dowsett, J. (2005) Kλινική Διατροφή. Εκδ. Παρισιάνου ΑΕ: Αττική
  3. Gibney, M., Margetts, B., Kearney, J., Arab, L. (2007) Διατροφή και Δημόσια Υγεία. Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου: Αθήνα
  4. http://www.diatrofikoiodigoi.gr/

Συντάκτης Άρθρου

Share this article

Related Posts