Σε ποσοστό 20% περίπου των ασθενών η χολολιθίαση προκαλεί οξεία χολοκυστίτιδα αποφράζοντας τον κυστικό πόρο, με τον τυπικό «κολικό» των χοληφόρων (έντονος πόνος στο επιγάστριο συνήθως, που προοδευτικά αυξάνεται και αντανακλάται στη ράχη, στη δεξιά ωμοπλάτη ή τον δεξιό ώμο).
Η διάγνωση γίνεται με υπερηχογράφημα. Στην οξεία φάση, δεν χορηγείται τίποτα από το στόμα και ο ασθενής λαμβάνει παρεντερικά υγρά και ηλεκτρολύτες. Στη συνέχεια, ακολουθεί χαμηλή σε λίπος δίαιτα (25-30 g), ώστε να διεγερθεί στο ελάχιστο η χοληδόχος κύστη, και, αν το ποσό αυτό είναι ανεκτό, κατόπιν το λίπος αυξάνεται στα 45-50 g. Επίσης, δοκιμάζουμε αύξηση των φυτικών ινών στους ασθενείς που μπορούν να τις ανεχθούν, καθώς πολλοί δηλώνουν δυσάρεστα συμπτώματα μετά την κατανάλωσή τροφίμων πλούσιων σε ίνες (π.χ. όσπρια, χόρτα).
Η χρόνια φλεγμονή τους τοιχώματος της χοληδόχου κύστης αποτελεί την πιο συχνή επιπλοκή της χολολιθίασης, όταν ο χολόλιθος φράζει πλήρως ή ατελώς τον κυστικό πόρο. Η διάγνωση και εδώ γίνεται με υπερηχογράφημα. Οι ασθενείς με χρόνια χολοκυστίτιδα ωφελούνται από δίαιτα χαμηλή σε λίπος (25-30% της ενεργειακής πρόσληψης) και σε περίπτωση φουσκωμάτων καλό είναι να μειώνονται τα αεριογόνα τρόφιμα. Όσοι ασθενείς έχουν υπερβάλλον βάρος θα ωφεληθούν από μια σταδιακή απώλεια βάρους. Βέβαια, ενδεδειγμένη θεραπεία για την αντιμετώπιση της χρόνιας χολοκυστίτιδας είναι η χολοκυστεκτομή.
Όταν αφαιρεθεί η χοληδόχος κύστη
Όταν αφαιρεθεί η χοληδόχος κύστη, ο ασθενής δεν πρέπει να λάβει τίποτα από το στόμα, μέχρι να επανέλθουν οι εντερικοί ήχοι. Αρχικά χορηγείται υδρική δίαιτα και εν συνεχεία φτωχή σε λίπος, ελαφρά διατροφή (25 g έως 50 g λίπος). Καθώς δεν υπάρχει πια η χοληδόχος κύστη, που ήταν και η αποθήκη της χολής, η χολή, με το που παράγεται από το συκώτι, εκκρίνεται απευθείας στο έντερο. Άρα, καλό είναι ασθενείς να περιορίζουν τη συνολική πρόσληψη λίπους και να το κατανέμουν μέσα στην ημέρα, για να μην «αναγκάζουν» το συκώτι τους να παράγει απότομα μεγάλες ποσότητες χολής. Με την πάροδο του χρόνου βέβαια, η διατροφή των ασθενών αυτών προσεγγίζει αρκετά εκείνη των φυσιολογικών ατόμων.