Στη βιβλιογραφία είναι διαθέσιμες αρκετές κλινικές δοκιμές που έχουν ανασκοπήσει τις επιδράσεις της διαλειμματικής νηστείας στην ευαισθησία στην ινσουλίνη, συμπεριλαμβανομένων διαφόρων πρωτοκόλλων όπως εκείνων που αξιολογούν τη νηστεία εναλλάξ ημερών και τη μέθοδο 5:2 ή 4:3 της διαλειμματικής νηστείας.
Αυτά συνολικά καταδεικνύουν βελτιώσεις στην ευαισθησία στην ινσουλίνη και μειώσεις στη δυσλιπιδαιμία.
Μια νέα μελέτη
Μια νέα μελέτη παρέμβασης δημοσιεύτηκε στο Nature Medicine τον περασμένο μήνα και αφορά την πρόληψη της εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 σε άτομα αυξημένου κινδύνου, μέσω μιας τυχαιοποιημένης ελεγχόμενης δοκιμής. Στη μελέτη συμμετείχαν περισσότερα από 200 άτομα που τυχαιοποιήθηκαν σε μία από τις τρεις ομάδες:
- Η πρώτη ομάδα έκανε διαλειμματική νηστεία με χρονικό πλαίσιο κατανάλωσης τροφής από τις 8 το πρωί μέχρι το μεσημέρι (ακολουθείται 20 ώρες νηστείας) ,3 φορές την εβδομάδα (μη συνεχόμενες ημέρες) , η οποία επέτρεπε κατανάλωση του 30% των υπολογισμένων βασικών ενεργειακών απαιτήσεων.
- η δεύτερη ομάδα ήταν άτομα που ακολουθούσαν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα διατροφής και κατανάλωνε το 70% των ημερήσιων υπολογισμένων βασικών ενεργειακών απαιτήσεων κάθε μέρα αλλά χωρίς να έχουν συγκεκριμένες ώρες γευμάτων.
- η τρίτη ομάδα δέχθηκε μια τυπική φροντίδα, όπου τους δόθηκε ένα φυλλάδιο σχετικά με τις τρέχουσες κατευθυντήριες γραμμές, χωρίς συμβουλευτική ή αντικατάσταση γεύματος.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η διαλειμματική νηστεία σε συνδυασμό με την χρονικά περιορισμένη κατανάλωση τροφής τις πρωινές ώρες συσχετίστηκε με σημαντικά μεγαλύτερη βελτίωση στην έκβαση της μεταγευματικής γλυκόζης στους 6 μήνες, σε σύγκριση με τον περιορισμό των θερμίδων, ενώ και οι δύο παρεμβάσεις συνδέθηκαν με οφέλη όσον αφορά τους δείκτες καρδιαγγειακού κινδύνου και τη σύσταση του σώματος, σε σύγκριση με την τρίτη ομάδα που απλά τους δόθηκαν συμβουλές. Το πρώτο μοντέλο, επίσης, συσχετίστηκε με μεγαλύτερες μειώσεις της μεταγευματικής ινσουλίνης έναντι του περιορισμού των θερμίδων στους 6 μήνες. Ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ των πρώτων δύο ομάδων για την απόκριση της ινσουλίνης μετά το γεύμα δεν παρέμειναν σημαντικές στους 18 μήνες παρακολούθησης. Η διαλειμματική νηστεία συν την χρονικά περιορισμένη κατανάλωση τροφής και ο περιορισμός των θερμίδων σχετίστηκαν επίσης με μεγαλύτερες μειώσεις του ΔΜΣ, της περιφέρειας μέσης και της λιπώδους μάζας τους πρώτους 6 μήνες.
Ναι μεν …αλλά…
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι η ώρα του γεύματος και η παρατεταμένη νηστεία επεκτείνουν τα οφέλη για την υγεία μιας δίαιτας περιορισμένων θερμίδων, ανεξάρτητα από την απώλεια βάρους, και αυτό μπορεί να έχει επιρροή στην κλινική πράξη.
Ωστόσο, ερωτήματα προκύπτουν για το πόσο είναι βιώσιμο ένα τέτοιο πρωτόκολλο στην πιεστική καθημερινότητα και τι προσκόλληση μπορεί να έχει. Στην συγκεκριμένη έρευνα, λιγότεροι από τους μισούς συμμετέχοντες εξακολουθούσαν να τηρούν το πρόγραμμα στους 18 μήνες, σε σύγκριση με το σχεδόν 80% των συμμετεχόντων της ομάδας περιορισμού θερμίδων. Μάλιστα στους 6 μήνες, το 97% όσων ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα περιορισμού θερμίδων δήλωσαν ότι θα συνέχιζαν με το τρέχον πρόγραμμα διατροφής τους.
Η κόπωση ήταν πιο συχνή με το σχήμα της διαλειμματικής νηστείας συν την χρονικά περιορισμένη κατανάλωση φαγητού (τις πρωινές ώρες), που αναφέρθηκε από το 56% των συμμετεχόντων έναντι του 37% εκείνων που ακολουθούσαν περιορισμό των θερμίδων και του 35% αυτών στην ομάδα τυπικής φροντίδας στους 6 μήνες.
Οι επιστήμονες
Αναμενόμενο ήταν, η μελέτη αυτή να φέρει πολλές διχογνωμίες και σκέψεις από ειδικούς υγείας και καθηγητές. Για παράδειγμα, η Varady, καθηγήτρια διατροφής στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στο Σικάγο αναφέρει συγκεκριμένα πως “η σκοπιμότητα αυτής της συγκεκριμένης προσέγγισης είναι πολύ αμφισβητήσιμη. Γενικά, στους ανθρώπους δεν αρέσουν οι δίαιτες που τους απαιτούν να παραλείπουν το δείπνο με την οικογένεια/τους φίλους πολλές ημέρες της εβδομάδας. Αυτά τα σχήματα καθιστούν την κοινωνική διατροφή πολύ δύσκολη”.
Πράγματι, μεγάλης κλίμακας μελέτη παρατήρησης σε σχεδόν 800.000 ενήλικες δείχνουν ότι οι Αμερικανοί που υιοθετούν το σχήμα του χρονικά περιορισμένου φαγητού, τοποθετούν το παράθυρο του φαγητού τους το απόγευμα ή το βράδυ. Επίσης, ένα ακόμη θέμα που προκύπτει είναι πως ο σχεδιασμός της μελέτης θα ήταν ισχυρότερος εάν διαχωρίζονταν οι παρεμβάσεις με περιορισμένο χρόνο φαγητού (κατά τις πρωινές ώρες) και διαλειμματικής νηστείας και έμπαιναν στην διαδικασία σύγκρισης.
Συνοπτικά
Συνοπτικά, η διαλειμματική νηστεία σε συνδυασμό με την περιορισμένη λήψη φαγητού μόνο κατά τις πρωινές ώρες είναι μια ασφαλής διαιτοθεραπεία που μπορεί να προκαλέσει κλινικά σημαντική απώλεια βάρους (>5%) και να βελτιώσει αρκετούς δείκτες μεταβολικής υγείας σε άτομα με παχυσαρκία. Ωστόσο, είναι σημαντικό τέτοια σχήματα να μπορούν να εφαρμόζονται με ευκολία στην πράξη και να εξυπηρετούν τους διαιτώμενους στην καθημερινότητα τους, για να παρατηρούνται μακροπρόθεσμα οφέλη.