Όλοι ξέρουμε ότι μπορεί να κάνουν «κακό», αλλά οι περισσότεροι από εμάς αν θέλουμε να χάσουμε βάρος γρήγορα μια τέτοια θα επιλέξουμε. Ο λόγος: για τις λεγόμενες «πρωτεϊνικές δίαιτες», μια τάση που όσο αφορά το αδυνάτισμα ξεκίνησε την δεκαετία 70-80’.
Η δημιουργία τους όμως πάει ακόμα πιο πίσω πριν το 1921 που ανακαλύφθηκε η ινσουλίνη σαν θεραπευτική πρακτική αντιμετώπισης του σακχαρώδους διαβήτη. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα είναι η πιο “hot” διατροφική τάση.
Πάμε πρώτα να ορίσουμε τι είναι πρωτεϊνική δίαιτα.
Ως πρωτεϊνική ή δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων ορίζεται η διατροφή που αποδίδει λιγότερο από 130 γραμμ. υδατανθράκων ανά ημέρα, ενώ σε κάποιους τύπους μπορεί η πρόσληψη υδατανθράκων να φτάνει μόλις τα 20-50γρ υδατανθράκων/ ημέρα. Αυτή η ποσότητα θεωρείται ικανή να δημιουργήσει κέτωση στους περισσότερους ανθρώπους.
Ο εγκέφαλος αγαπά να καίει γλυκόζη και απαιτεί περίπου 130 γρ γλυκόζης ανά ημέρα. Μάλιστα η Αμερικάνικη Διαβητολογική Ένωση προτείνει ως ελάχιστη προσλαμβανόμενη ποσότητα υδατανθράκων τα 130γρ/ ημέρα. Σε χαμηλότερη πρόσληψη, ο εγκέφαλος μπορεί να καίει κετονοσώματα, δηλαδή ουσίες που παράγονται από τον μεταβολισμό των λιπαρών οξέων ή των αμινοξέων. Σε αυτά τα παραγόμενα υπό συνθήκες περιορισμού ή ένδειας γλυκόζης κετονοσώματα οφείλεται η ύπαρξη ενός αισθήματος κορεσμού και πιθανόν ευεξίας, καθώς το σώμα βρίσκεται σε μια κατάσταση «μάχης ή φυγής».
Αξίζει να σημειώσουμε ότι μια μερίδα φρούτου ή μια φέτα ψωμιού έχει 15γρ υδατανθράκων, μια μερίδα γαλακτοκομικών 12γρ , ενώ ένα φλιτζάνι ωμών λαχανικών 5γρ υδατανθράκων. Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι τέτοιου είδους διατροφές, αποκλείοντας ή περιορίζοντας δραστικά πολλές ομάδες τροφίμων μπορεί να οδηγήσουν σε ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών, φυτικών ινών, μετάλλων και βιταμινών, με αποτέλεσμα την εμφάνιση διατροφικών ελλείψεων και δυσκοιλιότητας. Η υπερβολική πρόσληψη λίπους ως αντικατάσταση των υδατανθράκων μπορεί να επηρεάζει αρνητικά το λιπιδαιμικό προφίλ. με επακόλουθες επιπτώσεις στην καρδιαγγειακή υγεία. Σύμφωνα με τις συστάσεις ο μέσος υγιής ενήλικας θα πρέπει να καταναλώνει 5 μερίδες φρέσκων φρούτων και λαχανικών την ημέρα και 1-2 μερίδες γαλακτοκομικών, που σε τέτοιου είδους διατροφές πιθανόν να μην είναι εφικτό.
Γιατί μειώνεται γρήγορα το βάρος;
Όταν κάποιος αποφασίζει να περιορίσει ή να κόψει τους «υδατάνθρακες», εννοώντας κυρίως τα άμυλο και τα πολλά φρούτα, θα παρατηρήσει το πρώτο διάστημα μεγάλη απώλεια βάρους. Αυτό οφείλεται στο ότι ο οργανισμός στρέφεται στις αποθήκες του αγαπημένου του καυσίμου της γλυκόζης, δηλαδή στην διάσπαση γλυκογόνου του ήπατος και των μυών. Ωστόσο για κάθε 1 μόριο γλυκογόνου που διασπάται, απελευθερώνονται μαζί 4 μόρια νερού. Η ζυγαριά μας δείχνει ελαφρύτερους, αλλά όχι πιο αδύνατους αφού δεν χάνουμε λίπος.
Εάν δεν έχουμε την κατάλληλη καθοδήγηση και διατροφική υποστήριξη, η στέρηση και η πεινά αργά ή γρήγορα θα ξυπνήσουν το αρχέγονο ένστικτο της επιβίωσης, οδηγώντας στο φαύλο κύκλο «σπάσιμο της δίαιτας- υπερκατανάλωση τροφής-ενοχές-δίαιτα». Έτσι το λίπος, που δεν μειώθηκε δραστικά στην δίαιτα, θα αυξηθεί και θα καταλήξουμε με περισσότερο ποσοστό σωματικού λίπους από ότι είχαμε πριν την δίαιτα, αλλά και με λιγότερη πιστή στον εαυτό μας.
Ωστόσο ένα σωστά σχεδιασμένο και εξατομικευμένο διαιτολόγιο χαμηλών υδατανθράκων, όχι όμως κάτω από 40% της ενεργειακής πρόσληψης, που περιλαμβάνει σύνθετους υδατάνθρακες ομοιόμορφα κατανεμημένους μέσα στην ημέρα παράλληλα με ισορροπημένη πρόσληψη λίπους, θα μπορούσε να έχει και οφέλη, βοηθώντας στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου, στην ρύθμιση των λιπιδίων στο αίμα και στην μείωση του σωματικού βάρους.
Τέλος, μια διατροφή χαμηλών υδατανθράκων με υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης για απώλεια φαίνεται να προστατεύει περισσότερο την μυϊκή μάζα και επομένως το βασικό μεταβολικό ρυθμό, σε σχέση με τις δίαιτες χαμηλών πρωτεϊνών.
Επομένως, όποια και αν είναι η διατροφή που «νομίζουμε» ότι μας ταιριάζει, καλό είναι να εμπιστευτούμε τον σχεδιασμό του διαιτολογίου μας σε ένα πτυχιούχο διαιτολόγο- διατροφολόγο για να πέτυχουμε ευκολά, γρήγορα και με ασφάλεια τον «σωστό» στόχο μας.